Το πελατειακό κράτος έφερε τα μνημόνια

Το τελευταίο διάστημα, με αφορμή την απόφαση του Αρείου Πάγου να αναιρέσει την απαλλαγή του πρώην επικεφαλής της ΕΛΣΤΑΤ Ανδρέα Γεωργίου, επιχειρείται από πολιτικές δυνάμεις ανασκευή της ιστορίας της χώρας σε ό,τι αφορά τα αίτια που οδήγησαν στα μνημόνια.

Από την αντίδραση των κομμάτων γίνεται αντιληπτό ότι η συζήτηση για το αν το έλλειμμα του 2009 οδήγησε στο μνημόνιο ή όχι, δεν είναι μια υπόθεση που αφορά το παρελθόν. Αντιθέτως, είναι μέσο αμφισβήτησης της νέας ηγεσίας στη Ν.Δ. και ταυτόχρονα προσπάθεια της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ να νομιμοποιήσει πολιτικά το μνημόνιο που υπέγραψε.

Στελέχη της Ν.Δ. υποστηρίζουν ότι η χώρα μπήκε στο μνημόνιο γιατί το έλλειμμα του 2009 «φούσκωσε» από την κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ και εγκαλούν τον αρχηγό τους γιατί δεν παίρνει θέση. Ο κ. Μητσοτάκης σιωπά, γιατί αντιλαμβάνεται ότι η αντιπαράθεση αυτή είναι θέμα υπαρξιακό για τον ίδιο. Διεκδίκησε την ηγεσία της Ν.Δ. ως υπέρμαχος της μεταρρυθμιστικής ατζέντας. Αν λοιπόν προσχωρήσει στην άποψη της εσωκομματικής αντιπολίτευσης μετατρέπει τη Ν.Δ. σε δεξιό ΣΥΡΙΖΑ. Σιωπώντας, όμως, ακυρώνεται ως μεταρρυθμιστής.

Η εκ νέου αποτίμηση, μέσω δικαστικών αποφάσεων, του έργου της κυβέρνησης Καραμανλή όπως επιδιώκεται από στελέχη της Ν.Δ. δεν μπορεί να αποκτήσει προοπτική γιατί η αποτυχία της δεν προκύπτει αποκλειστικά από τα ελλείμματα του 2008 και 2009 αλλά από το σύνολο των επιλογών της περιόδου 2004-2009.

Οι δημοσιονομικά ανερμάτιστες πολιτικές της Ν.Δ. σε περίοδο υψηλών θετικών ρυθμών ανάπτυξης ήταν αυτές που οδήγησαν στην αύξηση του χρέους από τα 180 δισ. το 2003 στα 300 δισ. το 2009. Οι δαπάνες για μισθούς αυξήθηκαν από 12,3 δισ. το 2003 σε 19,1 δισ. το 2009 και οι δαπάνες για συντάξεις του Δημοσίου από 3,5 δισ. σε 6,4 δισ. αντίστοιχα. Αυτό υπήρξε το συνδυαστικό αποτέλεσμα των μαζικών προσλήψεων στο Δημόσιο και των υπέρογκων αυξήσεων στους μισθούς και στις συντάξεις.

Το δεύτερο σφάλμα της διακυβέρνησης Καραμανλή υπήρξε η παντελής αδιαφορία για το διογκούμενο έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών, το οποίο από το 5,7% του ΑΕΠ το 2003 έφτασε στο 14,5% του ΑΕΠ το 2007. Αναρωτήθηκε ποτέ η κυβέρνηση Καραμανλή πώς διορθώνεται μια τόσο μεγάλη μακροοικονομική ανισορροπία όταν δεν έχεις διαθέσιμο το όπλο της υποτίμησης; Από τις επιλογές της προκύπτει πως όχι.

Αυτές οι μακροοικονομικές ανισορροπίες, αποτέλεσμα του πελατειακού κράτους, οδήγησαν τις αγορές να σταματήσουν να χρηματοδοτούν την Ελλάδα όπως και το έλλειμμα αξιοπιστίας λόγω των πλαστών στοιχείων που έστελνε η κυβέρνηση της Ν.Δ. στη Eurostat, όπως επισημαίνεται άλλωστε σε έκθεση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για την τρόικα. Έτσι, η χώρα κατέφυγε στα μνημόνια.

Σε ό,τι αφορά τον ΣΥΡΙΖΑ, η απόφαση του Αρείου Πάγου επικροτήθηκε από υπουργό που έσπευσε να προκαταλάβει τις δικαστικές αποφάσεις και να καταδικάσει τον κ. Γεωργίου ως υπεύθυνο για το μνημόνιο, παραβλέποντας ότι ανέλαβε καθήκοντα τρεις μήνες μετά την υπογραφή του.

Η υπόθεση της ΕΛΣΤΑΤ αναζωπυρώνει τις διαιρέσεις που προκάλεσε στην πολιτική ζωή της χώρας το μνημόνιο. Η σκληρή αντιπολίτευση της Ν.Δ. της αντιμνημονιακής περιόδου ύφανε τον καμβά για την πολιτική νομιμοποίηση πολιτικών δυνάμεων από την άκρα δεξιά μέχρι την άκρα αριστερά, που υποστήριξαν ότι υπάρχουν λύσεις πέρα από το μνημόνιο. Αυτό όμως που διαπίστωσαν όλοι μόλις έλαβαν εντολή διακυβέρνησης είναι οι περιορισμένες επιλογές που υπήρχαν για τη χώρα, και γι’ αυτό υποχρεώθηκαν σε αναθεώρηση πολιτικής. Η επιλογή τους όμως ως αντιπολίτευσης να πολώσουν την κοινωνία εμπόδισε τις πολιτικές δυνάμεις της χώρας να διασφαλίσουν συναινέσεις και να προχωρήσουν στις αναγκαίες αλλαγές για να χτυπηθεί το πελατειακό κράτος. Ετσι, είμαστε η μόνη χώρα σε μνημόνιο.

Η υπόθεση Γεωργίου για τον ΣΥΡΙΖΑ παρέχει την ευκαιρία να χαραχτεί μια νέα αφήγηση. Ότι τα λάθη του πρώτου μνημονίου οδήγησαν στο δεύτερο και αυτό στο τρίτο, που αναγκαστικά υπέγραψε. Στόχος του ΣΥΡΙΖΑ να παραμείνει το ισχυρότερο κόμμα στον χώρο που οριοθετείται αριστερά της Ν.Δ. Αυτό προϋποθέτει ότι οι δυνάμεις της ελληνικής σοσιαλδημοκρατίας δεν θα βρουν κοινό βηματισμό. Οι δυνάμεις αυτές για πρώτη φορά ύστερα από καιρό βρέθηκαν να έχουν ενιαία αφήγηση και να υπερασπίζονται την άποψη πως η χώρα μπήκε στα μνημόνια και παραμένει σε αυτά γιατί δεν προχώρησαν με την αναγκαία ταχύτητα οι αλλαγές που θα διέλυαν το πελατειακό κράτος που μας οδήγησε στην κρίση.

Σήμερα οι δυνάμεις αυτές εκπροσωπούν μιαν άλλη αντίληψη για την πορεία της χώρας. Παρά τις ιδεολογικές διαφορές από κοινού με φωνές από τη μεταρρυθμιστική αριστερά και τη φιλελεύθερη δεξιά, εκφράζουν την ανάγκη να υπερασπιστούμε την ανοικτή κοινωνία και τις κατακτήσεις της που κινδυνεύει από όσους στη Δεξιά και στην Αριστερά ονειρεύονται τη συντήρηση του πελατειακού κράτους και το πέρασμα σε μια κλειστή, ξενοφοβική και οπισθοδρομική κοινωνία.