Ανάπτυξη ή στασιμότητα για την επόμενη ημέρα;

Η λήξη του τρίτου Μνημονίου που υπέγραψε η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝ.ΕΛΛ. και η ένταξη της Ελλάδας στο πολύ αυστηρό καθεστώς επιτήρησης που ορίστηκε για αυτήν δεν προσφέρονται για πανηγυρισμούς. Ούτε για πολωτικά διαγγέλματα από την Ιθάκη. Ούτε παρέχει πολιτική νομιμοποίηση της άποψης «ότι η χώρα δεν έπρεπε να ακολουθήσει πολιτική περικοπών για να μειώσει τα ελλείμματα, αλλά έπρεπε να λύσει τα προβλήματά της επιλέγοντας την έξοδο από την ευρωζώνη».

Ηρθε η ώρα να συζητήσουμε ορθολογικά για τη μελλοντική πορεία της χώρας. Για το πώς θα εισέλθει η ελληνική οικονομία σε τροχιά πραγματικής σύγκλισης με τις υπόλοιπες οικονομίες της ευρωζώνης.

Είναι ώρα να αντιπαρατεθούν πολιτικές προτάσεις για το πώς θα διαμορφωθούν οι προϋποθέσεις μετάβασης σε βιώσιμη ανάπτυξη που θα δημιουργεί νέες και ποιοτικές θέσεις εργασίας με καλές αμοιβές.

Γιατί μόνο έτσι θα δώσουμε προοπτική στους απογοητευμένους Έλληνες πολίτες που είδαν τα εισοδήματά τους να συρρικνώνονται. Τις θέσεις εργασίας να καταστρέφονται. Τα χρέη τους να συσσωρεύονται καθώς πολλοί από αυτούς έγιναν «κακοπληρωτές». Οχι από επιλογή, αλλά εξαιτίας της αδυναμίας τους να εξυπηρετήσουν τα δυσανάλογα με τις πραγματικές τους δυνάμεις χρέη που ανέλαβαν την περίοδο της «επίπλαστης» ευημερίας του ανεξέλεγκτου δημόσιου και ιδιωτικού δανεισμού. Χρέη που διευρύνθηκαν ακόμη περισσότερο με τη δυσβάσταχτη φορολογία που επιβλήθηκε την τελευταία τριετία.

Είναι ώρα να συζητήσουμε για ένα οραματικό αλλά καλά στοχοθετημένο σχέδιο ανάπτυξης της χώρας που μεταξύ άλλων θα περιλαμβάνει το σύνολο των αναγκαίων αλλαγών σε θεσμούς και πολιτικό σύστημα. Αλλαγών που θα θέτουν αποτελεσματικούς φραγμούς στην οικοδόμηση νέου πελατειακού κράτους από τον ΣΥΡΙΖΑ σήμερα ή τη Ν.Δ. αύριο.

Αλλαγές στην οικονομία που πρέπει να ολοκληρώσει η χώρα ώστε να επιταχυνθεί ο μετασχηματισμός της σε εξωστρεφή. Ο κίνδυνος που διατρέχουμε αν εγκαταλείψουμε το πρόγραμμα των αναγκαίων αλλαγών είναι να βυθιστούμε σε μια χρόνια κοινωνικά και πολιτικά επικίνδυνη στασιμότητα που θα τροφοδοτήσει περαιτέρω την αναξιοπιστία της πολιτικής.

Είναι ώρα να συζητήσουμε πώς θα αλλάξει το μίγμα πολιτικής με μείωση των φόρων σε ένα περιβάλλον περιορισμένου δημοσιονομικού χώρου ώστε να επιταχυνθεί η πορεία προς την ανάπτυξη.

Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝ.ΕΛΛ. υποστηρίζει ότι η λιτότητα ευθύνεται για την απώλεια του ΑΕΠ των προηγούμενων χρόνων.

Πώς συμβαδίζει η άποψη αυτή με τους υψηλούς δημοσιονομικούς στόχους του Μεσοπρόθεσμου που προβλέπει ταυτόχρονα υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης; Διότι η χώρα έχει δεσμευτεί από την παρούσα κυβέρνηση να δημιουργεί πρωτογενή πλεονάσματα της τάξης του 3,5% του ΑΕΠ μέχρι το 2022 και 2,2% του ΑΕΠ μέχρι το 2060.

Το Κίνημα Αλλαγής προτείνει την επίτευξη μετά τις εκλογές εθνικής συνεννόησης για ένα πρόγραμμα αλλαγών ώστε να τονωθεί η αξιοπιστία της χώρας και να επανεξεταστούν από τους δανειστές οι στόχοι για το πρωτογενές πλεόνασμα και να μειωθούν στο 2% του ΑΕΠ.

Υποστηρίζει ότι μόνο με τη δημιουργία νέου πλούτου η χώρα θα διασφαλίσει τους αναγκαίους πόρους για να στηρίξει το κοινωνικό κράτος και όσους χτυπήθηκαν από την κρίση.

Είναι ώρα να αντιπαρατεθούν πολιτικές προτάσεις για το πώς θα προσελκυσθούν νέες ιδιωτικές επενδύσεις. Με ποια συγκεκριμένα κίνητρα, σε ποιους τομείς με ποιες συγκεκριμένες προτάσεις πολιτικής.

Το Κίνημα Αλλαγής υποστηρίζει τη θέση για την ανάγκη να πραγματοποιηθούν επενδύσεις ύψους 100 δισ. στην επόμενη τετραετία. Ώστε να αναπληρωθεί τμήμα του κατεστραμμένου παραγωγικού ιστού.

Μεγάλο μέρος από αυτές τις αναγκαίες επενδύσεις θα πρέπει να γίνει από ξένους επενδυτές. Αρα πρέπει να αλλάξουμε την εικόνα της Ελλάδας που, παρά τις πολλές αλλαγές από το 2010 και μετά, παραμένει προτελευταία μεταξύ των χωρών της Ε.Ε. ως προς την ευκολία στο επιχειρείν, σύμφωνα με τους δείκτες της Παγκόσμιας Τράπεζας.

Να αντιπαρατεθούν προτάσεις για τη μείωση των «κόκκινων» δανείων των τραπεζών ώστε να δημιουργηθεί ρευστότητα με την οποία οι τράπεζες θα χρηματοδοτήσουν νέα επενδυτικά σχέδια.

Να εξετάσουμε αν η χώρα προχώρησε σε όλες τις αναγκαίες αλλαγές. Ώστε να μην ξαναβρεθεί, σε περίπτωση που εκδηλωθεί μια νέα κρίση διεθνώς, στη θέση αδυναμίας που βρέθηκε το 2009 λόγω του δημοσιονομικού εκτροχιασμού και αναγκάστηκε να καταφύγει στο πρώτο Μνημόνιο.

Το Κίνημα Αλλαγής στοχεύει στην ανάκτηση της αξιοπιστίας της πολιτικής. Θα συνεχίσει να καταθέτει τις προγραμματικές του προτάσεις γιατί πιστεύει ότι έχει τις κοινωνικές δυνάμεις και συμμαχίες για να εργαστεί για μια Ελλάδα ισχυρή, όπου θα κυριαρχεί η κοινωνική δικαιοσύνη και θα διασφαλίζει ότι όλοι οι πολίτες θα ωφελούνται από τον νέο πλούτο που θα παράγεται.